Από τη συζήτησή σας μέχρι τώρα, το μόνο σίγουρο -και σημείο που αξίζει να τονιστεί!- είναι πως από το φίλτατο κ. κ. Μπαμπινιώτη τίποτε δεν έχετε να ζηλέψετε. Στην αρχή είπα να επισκεφθώ το θέμα καθώς διάβαζα το άλλο, για το camp. Είδα από εκεί το σχόλιο του Λουκά... Κι ενώ η αρχική πρόθεσή μου ήταν ένα απλό ξεφύλλισμα, αυτή μετουσιώθηκε κυριολεκτικά καθώς διάβαζα και διάβαζα παρακάτω, γιατί το θέμα είναι αρκετά ενδιαφέρον και σίγουρα, μες σ'ένα προγραμματιστικό φόρουμ, ξεχωρίζει!
Η ιδέα περί πολυτονικού είχε ως πρώτο... εκφραστή τον Κηπουρίδη, σωστά; Και μετά επιδήμησε στο Λουκά και βρέθηκε ο chris να αντιστέκεται, ενώ παράλληλα τέθηκε και το ζήτημα περί greeklish. Αυτά δεν τα πολυχρησιμοποιώ, γιατί πολύ απλά δεν έτυχε να τα συνηθίσω. Όταν θέλω να μιλήσω συντετμημένα (π.χ. σε SMS και MSN) κόβω τις ελληνικές λέξεις με τους φυσιολογικούς ελληνικούς χαρακτήρες. Και πάλι αυτό τροποποιεί τη γλώσσα, δεν είναι δηλαδή πολύ διαφορετικό από τα greeklish και γίνεται για τον ίδιο βασικό λόγο, για συντομία (και την πολύ σπαστική τακτική των SMS να επιτρέπουν καμιά 100στή μόνο ΧΑΡΑΚΤΗΡΕΣ!!!
), και άρα αποτελεί απλώς τη δική μου εναλλακτική λειτουργία για τον ίδιο σκοπό. Δεν πιστεύω ότι χάνω οτιδήποτε χρησιμοποιώντας την έκφραση αυτή με ανθρώπους οι οποίοι με καταλαβαίνουν, όταν η μη χρήση της συνιστά την παραπανίσια, ανούσια χρέωση στην Q. Τους χρωστώ τίποτες;; Χα!
Όσον αφορά το θέμα του πολυτονικού, η άποψή μου είναι λίγο πιο πολύπλοκη. Διαβάζοντας τις απόψεις του Λουκά και του Κηπουρίδη, μου δημιουργήθηκε η εντύπωση πως μιλάτε για πολυτονικό, και το υποστηρίζετε τόσο, επειδή αποτελεί μια πιο ακέραια μορφή της ελληνικής γραφής, καθαρή από τις συνεχείς αλλοιώσεις που αυτή υφίσταται συνεχώς τώρα πια. Ότι δηλαδή συνοψίζει τα καλά στοιχεία του πολιτισμού μας, του
Ελληνισμού μας, αφήνοντας απ'έξω όσα εμείς δε θα θέλαμε να υπάρχουν. Και δικαίως δε θα τα θέλαμε, βέβαια, αλλά αυτά
υπάρχουν, ίσως επειδή τελικά εμείς οι Έλληνες δεν αποτελούμε το κάτι ξεχωριστό ως λαός, αυτό δηλαδή που θα μας άρεζε και που ίσως να έπρεπε να αποτελούμε. Συμπαρασυρόμαστε, αντίθετα, από την τρομερή παλίρροια του
μιμητισμού που εγκλωβίζει και καταναλώνει με την απίστευτη ορμή της όλους τους ανθρώπους (
όλους?) και που, σύμφωνα με τη 2η παρ. του κεφ. «3.6 ΤΟ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ», στη σελ. 41 του βιβλίου του ΟΕΔΒ «ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ» για την «Α' ΤΑΞΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ» του 2009, πηγάζει από το γεγονός ότι ό άνθρωπος είναι «φύσει κοινωνικὸ ὄν» και συνιστά τον έναν από τους δύο αλληλένδετους μηχανισμούς αλληλοεπηρεασμού στις καταναλωτικές μας συνήθειες. Ενώ όμως η παρατήρηση τούτη του βιβλίου αποτελεί ένα ουσιαστικό έναυσμα για πολλή συζήτηση, θα ήταν κρίμα να περιορίσουμε την έννοια του μιμητισμού στα στενά όρια αυτά και να μην αναδείξουμε την πραγματική της υπόσταση και τον πραγματικό της ρόλο στη λειτουργία του ανθρώπου.
Δε θέλω να πω άλλα πάνω στο θέμα αυτό, γιατί λέγοντας δεν κερδίζω τίποτε, παρά μόνο ακούγοντας τις δικές σας απόψεις.
Αν πράγματι αυτοί είναι οι ουσιαστικοί λόγοι για τους οποίους εμμένετε τόσο σθεναρά στη χρήση του πολυτονικού, τότε θα ήθελα να πω και τη δική μου άποψη. Ή μάλλον, να παραθέσω την περίπου σχετική άποψη άλλων και να τη σχολιάσω. Πολλοί νεότεροι και σύγχρονοι μελετητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας, μάλλον οι περισσότεροι, εξαίρουν τη σημασία που έχουν γι' αυτή τα δημοτικά τραγούδια, που βέβαια είναι συλλογικά δημιουργήματα του ελληνικού λαού κατά τα βυζαντινά χρόνια και κατά τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Αυτή είναι μια εποχή κατά τα τέλη της οποίας η ελληνική γλώσσα βρίσκεται διχασμένη ανάμεσα στη γλώσσα των λογίων και στη γλώσσα του λαού. Τη γλώσσα των λογίων εκπροσωπούσαν κυρίως η Εκκλησία και οι Φαναριώτες, κι αυτή όμως η γλώσσα είχε διαβαθμίσεις (στην αρχαιοπρέπειά της, θα λέγαμε). Έτσι έχουμε πολλούς εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού, όπως τον Αδαμάντιο Κοραή, να αγωνίζονται υπέρ της δημοτικής γλώσσας, για λόγους που δυστυχώς δεν έχω μελετήσει ιδιαίτερα. Από την άλλη, το τέλος της Τουρκοκρατίας σημαδεύει και η συγγραφή των Απομνημονευμάτων του Μακρυγιάννη, ενός ανθρώπου που έμαθε ελάχιστα γράμματα σε μεγάλη ηλικία και συνεπώς έγραψε στη γλώσσα του λαού. Και αυτό, σύμφωνα με τους μελετητές είναι ένα κείμενο με τρανή και ιδιαίτερη αξία για τη νεοελληνική λογοτεχνία. (
Για τους λόγους, ρωτήστε τους ίδιους! Απλώς μεταφέρω τις δικές τους απόψεις, όπως προανέφερα, και αυτό το λέω για σένα chris που σίγουρα θα με ρωτήσεις γιατί!!! ) Αφήνοντας τώρα ένα χρονικό κενό από τα πρώτα χρόνια του ελληνικού κράτους μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα, φτάνουμε σε ποιητές όπως ο Καβάφης και άλλοι σύγχρονοι και μεταγενέστεροί του, εκ των οποίων οι περισσότεροι χρησιμοποιούν τη δημοτική γλώσσα και όχι την καθαρεύουσα. Βέβαια, χρησιμοποιούν το πολυτονικό, το οποίο όμως, δίχως την καθαρεύουσα, υπήρχε απλά ως ένα θέμα ορθογραφίας και σε τελική ανάλυση δεν είχε πολύ ιδιαίτερο νόημα, όπως λέει και ο chris.
Αν επιλέξουμε, λοιπόν, έργα των μεγαλύτερων Ελλήνων λογοτεχνών στις πιο «φωτεινές» στιγμές της νεοελληνικής λογοτεχνίας, θα βρούμε έργα γραμμένα στη δημοτική και όχι στην καθαρεύουσα. Η δική μου εντύπωση είναι πως αυτό συμβαίνει επειδή η λογοτεχνία, που αποτελεί το πνεύμα της γλώσσας, πρέπει να μιλάει απ' ευθείας στην ψυχή των ανθρώπων. Η καθαρεύουσα αποτελούσε μια γλώσσα "αναφορών", εννοώ δηλαδή (*p=&i
) μια γλώσσα προσποιητή, η οποία ήθελε να αναβιώσει περασμένα μεγαλεία του πολιτισμού μας, τα οποία όμως ο κόσμος δεν ήταν προετοιμασμένος για να δεχθεί. Γι' αυτό και απέτυχε.
Από τη στιγμή εκείνη και έπειτα, έχουμε το πολυτονικό σύστημα να αποτελεί ένα λείψανο της προσπάθειας αυτής. Είναι μια κατάσταση παρόμοια με μια πληγή που είχε μολυνθεί: για να γειάνει, πρέπει πρώτα εμείς να καθαρίσουμε το νεκρωτικό ιστό γύρω της. Το ίδιο έγινε με την απόρριψη του πολυτονικού συστήματος: καθάρισε το κακάδι γύρω από τη μεγάλη πληγή της νεοελληνικής γλώσσας. Όπως όμως συμβαίνει με κάθε μεγάλη πληγή, δεν μπορούμε ρεαλιστικά να περιμένουμε αυτή να φύγει δίχως ν' αφήσει πίσω της σημάδι. Κάτι, τέλος πάντων, για ενθύμιο της απερισκεψίας μας... ή του αγώνα μας, αν και νομίζω ότι στο θέμα της γλώσσας περισσότερο την απερισκεψία μας θα μας θυμίζει αυτό το σημάδι (η δημοτική που μιλούμε τώρα δηλαδή, με τους ημιτελείς κανόνες στο συντακτικό, με τις αλλοπρόσαλλες εξαιρέσεις στη γραμματική κ.ο.κ....). Η «απερισκεψία», αν και μάλλον η κατάσταση δε θα μπορούσε να είναι διαφορετική, ήταν που αφήσαμε την αρχαία ελληνική γλώσσα να φύγει. Λίγο με τον Πελοποννησιακό πόλεμο (με τις αναμείξεις των Περσών στα ελληνικά πράγματα), λίγο περισσότερο με τον Ελληνιστικό κόσμο μετά από το Μ. Αλέξανδρο και ακόμη περισσότερο με τη βυζαντινή γλώσσα που καθιερώθηκε αργότερα. Μόνο για να φτάσουμε στο τελειωτικό πλήγμα και αυτής της γλωσσικής μορφής, η οποία βέβαια ήταν ήδη πολύ πιο κοντά στη σύγχρονη δημοτική απ' ότι στα αρχαία ελληνικά, με την Τουρκοκρατία. Η «αναγέννηση» του ελληνικού κράτους μετά σίγουρα ξέχασε πίσω της πολλά μνημεία του παρελθόντος. Από εκεί και πέρα, η πληγή στον ελληνικό λαό ήταν υπερβολικά μόνιμη. Καμία καθαρεύουσα δεν μπόρεσε να τη διορθώσει.
Πραγματικά, κάτι έπαθα!
Όποιος το διαβάσει όλο, τον συγχαίρω και τον ευχαριστώ πολύ, γιατί δεν είχα ποτέ σκεφτεί ότι θα έγραφα τόσο. Ήθελα να τα πω όμως!...
Το κυριότερο όμως είναι ότι περιμένω απάντηση!
Υ.Γ. Ήθελα κι εγώ να παραβάλω το ίδιο ακριβώς απόσπασμα με τον Κηπουρίδη για τον Orwell και τη Νέα Ομιλία, αλλά με πρόλαβε. Νομίζω πως ταιριάζει γάντι εκεί όπου μιλώ για το μιμητισμό!